ΕΠΙΣΗΜΗ ΣΕΛΙΔΑ

Νέα + Άλλα

Ζητούμενο στη μουσική μου η τρυφερότητα στη σκληρή εποχή που ζούμε.

Πολλοί λένε πως η μεγάλη επιτυχία και η αναγνωρισιμότητα αλλοιώνουν το χαρακτήρα ενός ανθρώπου στο χρόνο. Ο Γιάννης Χαρούλης σίγουρα αποτελεί μια από τις εξαιρέσεις αυτού του «κανόνα». Πολλοί τον ξέρουν μέσα από τη μουσική και τα τραγούδια του, λίγοι όμως τον έχουν «ανακαλύψει» ως άνθρωπο και οντότητα.Μεγαλωμένος από την οικογένειά του με αρχές που συνεχίζει να τιμά, έχει επιλέξει να μην μιλά πολύ και να μην εκτίθεται. Παραμένει συνεσταλμένος, προσγειωμένος και ταπεινός, παρά τη μεγάλη αναγνώριση από όλο το φάσμα της ελληνικής μουσικής και παρά τη μεγάλη αγάπη που εισπράτει εδώ και χρόνια πολλά από το κοινό –ο ίδιος προτιμά αυτή να τη διοχετεύει στους δίσκους και τα κομμάτια του, δίνοντας έτσι πίσω στον κόσμο μέρος από αυτό που του δίνει. «Ζητούμενο στη μουσική μου είναι η τρυφερότητα, παρότι είναι κάτι που γενικώς δεν το αναζητούμε, αυτό τον ‘κόσμο’ συναισθημάτων σε αυτή την περίεργη και σκληρή εποχή τον χρειαζόμαστε», δηλώνει ο δημοφιλής Λακωνιώτης καλλιτέχνης στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην ΑΝΑΤΟΛΗ .

Σε μια από τις λιγοστές φορές που μιλά τα τελευταία χρόνια σε Μέσο Ενημέρωσης, ο Γιάννης Χαρούλης απαντά στο πώς έζησε και πώς τον επηρέασε η περίοδος της καραντίνας και της πανδημίας, αναφέρεται στη διαφορετικότητα του νέου του άλμπουμ με τίτλο «Κολιμπρί», σε αυτά που ετοιμάζει και μας καλεί όλους στη συναυλία που θα δώσει το Σάββατο 13 Αυγούστου στην Παχειά Άμμο, «να πούμε μαζί τραγούδια, να παρηγορηθούμε, να ανοίξει η ψυχή μας και ν’ “αλαφρύνουμε”.

Ακολουθεί αναλυτικά η συνέντευξη:

ΑΝΑΤΟΛΗ: Γιάννη, πώς ήταν για σένα από μουσικής και ανθρώπινης πλευράς το διάστημα της καραντίνας και της πανδημίας;

Γιάννης Χαρούλης (Γ.Χ.): Τα πράγματα στην Αθήνα ήταν πιο περίεργα και πιο δύσκολα σε σχέση με την Κρήτη. Παρότι μ’ αρέσει η ησυχία και πρώτη φορά είδα αυτή την πόλη-θηρίο να ηρεμεί, υπήρχαν βράδια που ο μόνος ήχος που ακουγόταν ήταν που έτριζαν τα παντζούρια. Στην αρχή πήγα να το χαρώ αλλά μετά όλο αυτό δημιουργούσε μια πίεση σε όλους μας, να στέλνουμε μυνήματα να βγούμε έξω κλπ, ήταν κάτι που με και μας «βάρυνε». Μόλις μαζευτήκαμε με τα παιδιά να πάμε στο στούντιο και αρχίσαμε να ηχογραφούμε, μέσω της παρέας και του διαλόγου, κάπως οι καρδιές μας «μαλάκωσαν».

Α: Εσύ τελικά, με τη δική σου «ματιά», διαπιστώνεις να αλλάξαμε έστω και λίγο προς το καλύτερο μέσα απ’ αυτή τη δοκιμασία ή γίναμε κι άλλο εσωστρεφείς;

Γ.Χ.: Αυτό νομίζω θα φανεί. Για μένα προσωπικά όταν «σπάνε» τα δεδομένα και αντιμετωπίζουμε κάτι άγνωστο, είναι κάτι το τρομακτικό. Από την άλλη όταν «σπάει» ένα δεδομένο, αυτό εμένα κάτι μού δίνει. Εκεί που τα’χαμε όλα, καλά ή στραβά, ξαφνικά χάσαμε κομμάτια της ελευθερίας μας. Σαφώς μια τέτοια κατάσταση από τη μία σε ζορίζει, συν το φόβο της ίδιας της ασθένειας, σε κάνει όμως και να σκεφτείς και πράγματα που είχες και σε κάνει κάπως και να «ξεδιαλέγεις», γιατί μέσα στην ταχύτητα πολλές φορές δεν καταλαβαίνουμε ποια πράγματα δεν χρειαζόμαστε, είτε για υλικά αγαθά, είτε σκέψεις, συναισθήματα, βάρη, είτε και ανθρώποι στη ζωή μας. Εγώ πιστεύω στην καραντίνα ανθρώποι «δέσανε» και ανθρώποι «λύσανε», επειδή «έσπασε» αυτό το δεδομένο που ανέφερα.

Α: Εσένα όλο αυτό που περάσαμε σού έδωσε παραπάνω έμπνευση μουσικά ή σε δυσκόλεψε;

Γ.Χ.: Με δυσκολεψε, δεν μού έδωσε έμπνευση. Στο κομμάτι της μουσικής όταν ξέρεις ότι κάποια στιγμή θα παίξεις σε μια παρέα ή μια συναυλία, θα μελετήσεις. Όταν συνειδητοποιήσαμε ότι αυτό απαγορεύεται να το κάνουμε, είναι πια ένας άλλος κόσμος.

Α: Σκεπτόμενος τα Λακώνια, το Λασίθι, την Κρήτη, που τόσο αγαπάς, αντλούσες δύναμη όλη αυτή την περίοδο; Ήταν ένα «φάρμακο» για σένα;

Γ.Χ.: Εννοείται αυτό. Ξεκάθαρα ήταν «φάρμακο». Όταν έρχομαι στα μέρη μας «γειώνομαι», βλέπω τα πράγματα πιο «ελαφριά». Κι αν έχω και κάμποσες μέρες να μείνω, όλα είναι μια χαρά! Η Κρήτη για μένα είναι ένας τόπος. Δυστυχώς κατά την καραντίνα δεν κατέβηκα πολύ και λόγω φόβου μπορώ να πω. Και μαζί με το φόβο αυτό, άθελά μας κουβαλάμε και μια ενοχή μέσα μας, να μην κολλήσουμε τον άλλο, κλπ.

Α: Και ερχόμαστε στο σήμερα και στο νέο σου άλμπουμ με τίτλο «Κολιμπρί». Τα ακούσματά του είναι πιο εσωτερικά, πιο «ψαγμένα»

Γ.Χ.: Αν είναι «ψαγμένα» είναι επειδή το ψάξαμε πολύ! Κάναμε πάρα πολλές ώρες ηχογραφήσεις για να το φέρουμε εις πέρας όλο αυτό και να μας αρέσει και να’ μαστε χαρούμενοι και περήφανοι γι’ αυτό που κάναμε.

Α: Είναι γενικώς ένας διαφορετικός ήχος από την παλαιότερη δισκογραφία σου;

Γ.Χ.: Κάθε δίσκος, κάθε κομμάτι, κάτι διαφορετικό θα έχει. Εγώ επειδή είμαι «μέσα στο χορό», δεν μπορώ και να πολυκαταλάβω την τόση διαφορετικότητα. Και εμένα και τα παιδιά, όμως, μας ενδιέφερε αυτή την εποχή που ζούμε να βγει ένας δίσκος με ψήγματα εσωτερικότητας που να ενέχει και λίγη τρυφερότητα. Παρότι ο κόσμος την τρυφερότητα δεν την αναζητά. Ο άλλος δεν θα σου πει «είμαι τσακισμένος, έλα σε παρακαλώ και φέρσου μου μια ολιά πιο τρυφερά σαν άνθρωπος, το’ χω ανάγκη», δυστυχώς είμαστε «παλικάρια». Δύσκολα αναζητούμε και δίνουμε τρυφερότητα ο ένας στον άλλο. Εμείς αυτό το επιδιώξαμε, θεωρήσαμε ότι αυτό είναι ένας κόσμος συναισθημάτων που σε αυτή την περίεργη και σκληρή εποχή το χρειαζόμαστε. Όταν μας έκοψαν τη δυνατότητα της σωματικής επαφής π.χ., συν τον φόβο που υπήρχε, ο κόσμος απομονώθηκε κι άλλο. Πάνω σε αυτά «πάτησα» σαν σκέψη και είπα ότι χρειαζόμαστε τρυφερότητα, πέρα από το να γλεντήσουμε και να χορέψουμε.

Α: Μετά τα δύο single «Μελαγχολία» και «Θέατρο του δρόμου» (2021) και το «Κολιμπρί», τι καινούργιο ετοιμάζεις;

Γ.Χ.: Θα παίξουμε και σε κάποια live στο Λονδίνο από τον Οκτώβριο, στη Νέα Υόρκη το Δεκέμβριο ενώ οργανώνουμε περιοδείες και σε άλλα μέρη του εξωτερικού. Θα κάνουμε και πράγματα και τον χειμώνα ενώ έχουν μείνει και άλλα τραγούδια να βγάλουμε.

Α: Πώς ερμηνεύεις ότι παρά τη γενικότερη «στροφή» της νέας γενιάς σε άλλα μουσικά ακούσματα, η αγάπη σ’ εσένα όλα αυτά τα χρόνια παραμένει στέρεη;

Γ.Χ.: Δεν υπερεκτίθεμαι στην τηλεόραση, για παράδειγμα, όπου σε βλέπει κάποιος και σχηματίζει μια άποψη μετά από μισή ώρα και δυό τραγούδια που θα πεις. Τα παιδιά που έρχονται και σε βλέπουν σε συναυλίες για παράδειγμα, έχουν το χρόνο 2-3 ώρες να σε δουν καλά. Κι εγώ πάντα προσπαθώ ο κόσμος που έρχεται, να περνάει καλά, μ’ αρέσει στις εμφανίσεις μου να υπάρχουν συναισθήματα, να χορεύουμε, να τραγουδούμε, να συγκινούμαστε σαν άνθρωποι, να γινόμαστε «ένα».

Α: Ένα «μήνυμα» από σένα στον κόσμο που περιμένει πώς και πώς τη συναυλία του Σαββάτου στην Παχειά Άμμο;

Γ.Χ.: Αυτές τις εποχές και μετά τα πληγώματα που περάσαμε πάλι, για μένα είναι αρκετό να καταφέρουμε να ανταμώσουμε και να πούμε μαζί τραγούδια, να παρηγορηθούμε, να ανοίξει η ψυχή μας και ν’ «αλαφρύνουμε».

Συνέντευξη στον Νίκο Σγουρό